Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2022

 

  ΟΡΜΗΤΙΚΑ ΝΕΡΑ

 

 

 

Κάποιος, κάπου, κάποτε

πρόσταξε οπισθοχώρηση

Θα μπορούσε ν’ αλλάξει

τον ρου της ιστορίας

Μα ήταν ένα ποτάμι

που δεν σκόπευε

να σταματήσει

Ήταν αδύνατο

από τη φύση του

Το ποτάμι αυτό

όφειλε να σπρώχνει

τα ορμητικά του νερά

σ’ ένα καταρράκτη

Σεβόμενο τα χορτάρια

που φύτρωναν

στις όχθες του

για να σβήσει τη δίψα τους

Πίσω, πίσω, φώναζε

και ωρυόταν

Δεν είχε πια όμως τη δύναμη

Το ποτάμι

είχε βρει το δρόμο του

Ένα πλέγμα ιδεών

   κι αποφασιστικότητας

τ’ οδηγούσε

Τόσοι άνθρωποι μαζί…

Ήταν ένα ποτάμι

που παράσερνε μακριά

κάθε απομεινάρι του βυθού του

ώσπου να φτάσει

κάποτε στη θάλασσα

Και να σκορπίσει

στα υψίπεδα των οριζόντων

τ’ όραμά του

τις εκλάμψεις του ήλιου

τις ασημένιες στάλες

της σελήνης

Όλα όσα ονειρεύτηκαν

κυλώντας πάντα

από την άνοιξη του καταρράκτη

και την απεραντοσύνη των ωκεανών

στην αγκαλιά της ελευθερίας.

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ¨ΤΑ ΠΙΚΡΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ"

 ΝΙΚΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΝΟΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ - ΕΠΥΛΛΙΟΝ

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2022

 ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΟΣ ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΑ





 ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ¨ΤΑ ΠΙΚΡΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ" - ΝΙΚΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΝΟΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ - ΕΠΥΛΛΙΟΝ



ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΠΟΙΗΣΗ

 

Είπα να βαδίσω στη γη

να μην πετάξω στους αιθέρες

Γιατί η ποίηση δεν αλλάζει τον άνθρωπο

Χαίρεται ή πονάει μαζί του

Μετουσιώνει στ’ άπειρο

τον αόρατο κόσμο των ελπίδων του

Βρίσκει μια πηγή να δροσιστεί

μια όχθη να ξαποστάσει

έναν δρόμο ν’ αφυπνιστεί

 

Παίρνει από τον ήλιο το φως

την αρμύρα από τη θάλασσα

Παίρνει τη θλίψη απ’ τις καρδιές

και δίνει έναν ευδόκιμο χρόνο

στην παλίρροια της ζωής του

Φέρνει ρίγη καρτερίας

και ξαναζωντανεύει

τελετουργώντας

το ημιθανές χαμόγελο

των ονείρων του.


ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΔΕΑ

 

Όλοι έχουν μια πολύτιμη ιδέα

Κάποιοι έχουν την ελευθερία

να την υπερασπιστούν

Κάποιοι άλλοι θα πέσουν μαχόμενοι

για να τη διεκδικήσουν

Πίσω από την ιδέα είναι το πνεύμα

το πανανθρώπινο φως

που έλκει τη μαγεία του σύμπαντος

Στο βάθος είναι η εστία του χρόνου

τ’ αληθινό και οι παραλλαγές του

που για χάρη του αιώνες τώρα

ξεφυλλίζουν σελίδες της ζωής

Την ύπαρξη όλων των πεπραγμένων

και μεγάλων ιστορικών αναδρομών

που καθορίζουν το γίγνεσθαι των ανθρώπων

 

Όλα όσα σκόρπισαν ζωή ή θέρισαν θάνατο

Μια ικεσία που ξετυλίγεται

με παράλληλους οικτιρμούς

ή αναπτερώνεται μ’ ελπίδα

και παιδικά χαμόγελα.

Την ανάσα της οικουμένης που γεννά

την παγκόσμια ιδέα.

                        

                        

                      Η ΛΗΘΗ


 

               Σήκωσες ποτέ

              το σπαθί

              πάνω στο λαιμό

              ενός άλλου;

Για να δεις τα μάτια του

να γίνονται

βάρκες μπαταρισμένες

λεία

της αχόρταγης θάλασσας;

Ύψωσες το όπλο σου

σημαδεύοντας

την καρδιά ενός άλλου

για ν’ ακούσεις

τον χτύπο της καρδιάς του

που σείεται αφόρητα

καθώς συναντά τον θάνατο;

Όλες οι νίκες και οι ήττες

γεύτηκαν

αυτό το πικρό ποτήρι

Τα έπη βάφτηκαν

με αίμα

κι η παραφροσύνη

σε κάθε μάχη

        στόλισε 

        με δοξασμένα κλαδιά

        όλα τα σώματα των ηρώων

        π’ αγαπήθηκαν παράφορα

        αλλά ξεχάστηκαν αδίκως

        Το κέρδος των πολέμων

        δεν αποτιμάται

        καθώς η λήθη

        είναι άσπλαχνη

        και μπήγει τη λόγχη της

        αέναα στα βάθη

        κάθε δυσβάσταχτου πόνου.




ΕΧΩ… ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ…

 

 

Στην προσφυγιά του κόσμου

 

Έχω ένα όνομα

Έχω μια πατρίδα

Μια κατοικία

να συλλέξω τα όνειρά μου

 

Έχω μια παιδική χαρά

να παίξουν τα παιδιά μου

Ένα πάρκο να περπατήσω ή να τρέξω

Μια πλατεία να βροντοφωνάξω

για τα δικαιώματά μου

 

Έχω ένα πεζοδρόμιο

για να βγάλω βόλτα τον σκύλο μου

και να χαιρετίσω τους περαστικούς

Έναν κήπο να φροντίσω

τα τριαντάφυλλα και τα δέντρα μου

Μια πλαγιά ν’ αναρριχηθώ

και να φτάσω στην κορφή της ελευθερίας

 

Έχω μι’ αμμουδιά για να σχεδιάσω

το σχήμα της καρδιάς

και πάνω σ’ αυτήν να μαγέψω

τον έρωτα

Μια θάλασσα

για να με ραπίσει το κύμα της

και να μαζέψω κοχύλια του βυθού της.

 

Έχω ελπίδα

και πόθους σαν ξημερώνει

και τ’ απόβραδο

κάποιους να μου παραστέκουν

και πολλούς άλλους

ν’ ακούνε τα λόγια μου

να με επευφημούν ή να με σχολιάζουν

 

Οι διαδρομές μου αρχίζουν

και τελειώνουν στους φωτεινούς δρόμους

 

Πόσοι όμως  τα έχουν όλα αυτά

ή πόσοι δεν τα έχουν όλα αυτά;

 

Πόσοι άφησαν πίσω τους

τα σπίτια τους στη φωτιά

τα όνειρά τους έρημα

κι εγκαταλειμμένα

στο φευγιό τους;

 

Πόσοι είδαν την καφτερή γλώσσα

της θάλασσας να εξαϋλώνει τα παιδιά τους

κι εκείνοι δίχως εξιλέωση

 ν’ ασπάζονται τον δράκο του εξευτελισμού;

 

   Όλα όσα έσπειραν να τους ματώνουν

   όλα όσα πόθησαν να τους ποδοπατάνε…

 

   Πόσοι σηκώνουν στην πλάτη τους

   τον σπινθήρα του φόβου

   την κοφτερή ρίζα του πόνου

   που ξεραίνει το δέντρο της ζωής τους;

 

   Καταδιωκόμενοι και περιπλανώμενοι

   με αιώνιο παράπονο,

   δεν έχουν αυτά που έχω!


ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ

 

Να πάρουμε πίσω τη γη

Η αδικία να γίνει γαρίφαλο

Ο πόλεμος τριαντάφυλλο

 

Να πάρουμε πίσω τη γη

Το μίσος να γίνει νυχτολούλουδο

να μας μεθά με τ’ άρωμά του

Η εκδίκηση γιασεμί

με κατάλευκα φτερά

 

Να πάρουμε πίσω τη γη

Η ειρήνη να κυριαρχήσει

Η δικαιοσύνη να μιλήσει

Η ομορφιά απέραντος κήπος

ν’ απλωθεί σαν γιγάντιο κύμα

 

Να πάρουμε πίσω τη γη

Να ξανανοίξουμε τους δρόμους

Τα δάση να χαμογελούν

ώς τα πέρατα της οικουμένης

με κλωνάρια πόθου

οι δεντροκορφές να σμίξουν

με τ’ αστέρια του έρωτα

 

Να πάρουμε πίσω τη γη

και το φεγγάρι να της γνέφει

ερωτικά, αστραποβολώντας

κάτω από τις πατρικές φτερούγες

τ’ ουρανού

 

προσμένοντας κείνη την ημέρα

που η θάλασσα θα ξεβράζει

σ’ όλα τ’ ακρογιάλια

ανθούς αγάπης κι ευτυχίας

Διασώνοντας την αξιοπρέπεια

και τα όνειρα των ανθρώπων.



ΑΝΑΜΟΝΗ

 

 

Κράτησα το χέρι σου

στον ορυμαγδό

που σκόρπισε

η απληστία των ανθρώπων

Χάιδεψα τα μαλλιά σου

σαν πέπλα που δώρισε

η αγάπη

σ’ όλον τον κόσμο

Σε μέρη ταξιδεμένα

και σε τόπους ανεξερεύνητους

που φύτρωσαν στην καρδιά σου

Σήκωσα το λαιμό σου

για να μην σκίζεται

πάνω στην κοφτερή πέτρα

και βρήκα ένα μέρος σκιερό

για να μην καίγεσαι

από τη φωτιά του μίσους

που επελαύνει

από κάθε άκρη της γης

Της μάνας γης

που με στοργή

δέχεται όλα τα πονεμένα

σώματα

Σβήνοντας τη δίψα τους

με τη μέθεξη

τ’  αγριεμένου 

πελάγους

όταν μας κατακλύζει

η αύρα του χρόνου

και συνωμοτεί το σύμπαν

Προσμένοντας

νέα ελπιδοφόρα ημέρα

Την ομορφιά

να γίνει κύμα

Τον έρωτα

να γίνει τρικυμία.



ΝΙΚΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ

Από την ποιητική συλλογή

'ΤΑ ΠΙΚΡΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ"

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΝΟΕΣ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ-ΕΠΥΛΛΙΟΝ